Ο παπα-Γιώργης, ο ακρίτας παπάς του Καστελλορίζου! Μετά από 52 έτη κλείνει τη θητεία του και θυμάται
Συνέντευξη στη Ροδούλα Λουλουδάκη
Δέκα γάμους Καστελλοριζιών της Αυστραλίας, θα γίνουν αυτό το καλοκαίρι στο μαγικό Καστελλόριζο, αλλά δεν θα τους κάνει ο παπα-Γιώργης Mαλτέζος.
«Μετά του Αγίου Κωνσταντίνου, θα παραδώσω, μου λέει. Έκανα αίτηση για συνταξιοδότηση, έχω αντίγραφο της αιτήσεως. Πενήντα δύο χρόνια είναι αυτά, φτάνει πια»!
Εμβληματική φιγούρα στο νησί ο παπάς του! Βοηθάει και το παράστημα. Εύζωνας ήταν στον στρατό κι ατίθασος μέχρι σήμερα. Οδηγούσε ταχύπλοο με το ράσο, χόρευε ζεϊμπέκικο με το ράσο, ψάρευε. Πρώτος σε όλα και με φωνή καμπάνα μέχρι σήμερα. «Να τον ακούσεις στην Ανάσταση να λέει το «Άρατε πύλας..» και τίποτα άλλο δεν θέλεις», μου είπε ο δημοσιογράφος Γιώργος Ζαχαριάδης.
Δεν είναι εύκολη δουλειά να λύνεις προβλήματα παντός είδους σαν αυτά με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος ένας ακρίτας παπάς και μάλιστα μετά από πέντε δεκαετίες. Αλλά ο παπα-Γιώργης που παραδέχεται και τα λάθη του τα κατάφερε λίαν καλώς κι αυτά τα εύσημα πρέπει να του αποδοθούν, έστω τώρα, λίγο πριν από την αποχώρηση από την Εκκλησία.
Μέρα της γιορτής του ζήτησα να του μιλήσω που έπαιρνε ευχές από παντού στον κόσμο.
«Είμαι Καστελλοριζιός, μου είπε, με μητέρα Μικρασιάτισσα που βρέθηκε στη Σύμη. Φτώχεια τότε αλλά το Καστελλόριζο πριν από τον πόλεμο είχε 14.000 κατοίκους και πέντε ενορίες».
Πάντα παπάς θέλατε να γίνετε;
Από μικρό παιδάκι. Τότε γυμνάσιο δεν υπήρχε, έμεινα με το δημοτικό. Τι να έκανα, να έφευγα από εδώ, να πήγαινα στη Ρόδο, σε ποιο σπίτι θα έμενα; Αλλά μετά τον Στρατό που γύρισα κι έπρεπε να δουλέψω, ζητούσαν έναν φύλακα αρχαιοτήτων. Έκανα τα χαρτιά μου, αλλά πήραν κάποιον που ήταν ΑΜΕΑ κι όχι εμένα κι ήμουν απελπισμένος.
Στον στρατό ήσασταν εύζωνας!
Υπηρέτησα Ηρώδου Αττικού, Σύνταγμα. Μεγάλη τιμή. Να πάρουν εύζωνα από το μικρό Καστελλόριζο. Γυρνώντας από τον στρατό θα έφευγα μετανάστης! Είχα περάσει από επιτροπή, έκανα τα χαρτιά μου κι έκανα το αποχαιρετιστήριο τραπέζι. Μου λένε: «δες και τον πατέρα σου που κλαίει που φεύγεις»! Είδα τον πατέρα μου να κλαίει, έκαψα τα χαρτιά της αναχώρησης μπροστά του, την παραμονή που έφευγα. Μετά σκέφτηκα: «λεύτερος παπάς δεν γίνομαι». Με ζήτησε μια κοπέλα. Μου έστειλαν τηλεγράφημα, τότε τηλέφωνα δεν υπήρχαν. Λέω: «εγώ θέλω να γίνω παπάς, αν θέλει να γίνει παπαδιά, την παίρνω». Με πίεζε ο χρόνος. Ο Μακαριστός ο Σπυρίδωνας μου ζητούσε να μείνω. Λέει: «ετοιμάστε τα χαρτιά του να παντρευτεί, να τον χειροτονήσω διάκο». Είμαι ιερέας στο Καστελλόριζο από το 1970. Στη χειροτονία μου που έγινε στις 13 Σεπτεμβρίου, ήταν εδώ για τις εκδηλώσεις του Καστελλορίζου ο Παττακός και τρεις μητροπολίτες.
Σας αγαπάει ο κόσμος, παπα-Γιώργη!
Κι εγώ κάνω τα λάθη μου, δεν είμαι τέλειος. Όσο για τον τόπο μου, προσπαθώ. Έσπευσα πολλές φορές να ζητήσω βοήθεια από Τουρκία για να σώσω ανθρώπους και έκατσα στο εδώλιο του κατηγορουμένου για παράνομη έξοδο. Δεν τιμωρήθηκα, αλλά ταλαιπωρήθηκα. Όχι μία φορά, δυο-τρεις φορές. Είχα ταχύπλοο και γιατρός ή νοσηλευτής δεν υπήρχε. Την άλλη φορά είχαμε γιατρό, αλλά ο τραυματίας ήταν βαριά και το αεροδρόμιο δεν είχε φώτα. Τον πήγα στην Τουρκία, τον γιάτρεψαν και στην επιστροφή βάλανε αμέσως φώτα στο αεροδρόμιο. Την τρίτη φορά πάλι τα ίδια. Αυτό που με απασχολεί είναι που το 40% των σπιτιών στο Καστελλόριζο ανήκουν σε Γάλλους, Άγγλους, Ιταλούς. Να σου πω τι συμβαίνει, Ροδούλα; Οι ξένοι ανεβάζουν τις τιμές και εμείς τα δίνουμε τα σπίτια. Σε λίγο οι Καστελλοριζιοί θα γίνουνε μειοψηφία.
Φοβηθήκατε τελευταία ότι θα έχουμε πρόβλημα με τους Τούρκους;
Γιατί το μεγεθύνανε το πράγμα και φοβίζανε τον κόσμο; Τα κανάλια. Πραγματική απειλή δεν αισθανθήκαμε ποτέ. Το 1974 ήταν μόνο που κάναμε μια συσκότιση. Την ίδια συσκότιση όμως και περισσότερη ώρα ακόμα έκαναν οι απέναντι. Δηλαδή φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Και τότε εδώ το πρόβλημα το δημιούργησε ένας δεκανέας που χτύπησε την καμπάνα. Του λέω: «και τώρα τον κόσμο ποιος θα τον ηρεμήσει;».
Σε ένα μικρό τόπο τι πρέπει να κάνεις, να κρατάς ισορροπίες;
Και πάλι ο διάβολος θα σε βάλει σε μπελά και γίνεσαι κακός. Απλός πρέπει να είσαι. Είκοσι ένα εγγόνια κι ένα δισέγγονο, έχω. Συν Θεώ. Κύπρο, Νίσυρο, Ρόδο εγγόνια. Παλιά έπαθα πολλές νίλες. Πεθαίνει κάποιος και με ιδιωτικό αεροπλάνο με φέρανε για να θάψω άνθρωπο. Με καράβι της γραμμής της Κύπρου με φέρανε κι επήδηξα πάνω στου Λιμενικού το πλωτό για να κάνω κηδεία. Με κότερο με φέρανε. Και άντε: «ο παπάς άφησε το νησί μας…». Δεν είμαι κι εγώ άνθρωπος;
Κάθε φορά που χτύπαγε το κινητό του άλλαζε τραγούδι: ένα τσάμικο, ένα άλλο για τα μάρμαρα της Αγιάς Σοφιάς, ένα παλιό ζεϊμπέκικο γι’ αυτόν τον ασυνήθιστο παπά, που τον έβλεπαν όλοι να οδηγεί το ταχύπλοο με το ράσο, να χορεύει ζεϊμπέκικο με το ράσο, να έχει φιλίες με τους απέναντι αξιωματούχους, να επηρεάζει τα πράγματα!